Πόσοι, τελικά, πέθαναν φέτος σε σχέση με το 2020 και πόσοι σερφάρουν στο Διαδίκτυο σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Όσες επιχειρήσεις πουλούσαν μέσω e-shop πάσης φύσεως προϊόντα και ιδίως όσοι εμπορεύονται ηλεκτρονικούς υπολογιστές, τρόφιμα, ποτά, καπνό και φαρμακευτικά είδη είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι της πανδημίας στη χώρα μας καθώς ο τζίρος τους εκτινάχθηκε σύμφωνα με τα τελευταία επεξεργασμένα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής την περίοδο της πανδημίας.
Την ίδια ώρα μεγάλοι χαμένοι ήταν οι επιχειρηματίες που ασχολούνταν με την πώληση ρολογιών και κοσμημάτων καθώς η πτώση του τζίρου τους έφθασε στο -46,8%. Τα μέχρι στιγμής δεδομένα που παρουσιάζει σήμερα το newsbeast καταδεικνύουν ότι τους τρεις πρώτους μήνες του 2021 πέθαναν τελικά λιγότεροι σε σχέση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα πέρυσι, ενώ έχει ενδιαφέρον να δει κανείς πόσοι χρησιμοποιούν πλέον το Διαδίκτυο και τι ακριβώς αναζητούν σερφάροντας, πόσοι επιλέγουν να κάνουν τηλεφωνήματα μέσω αυτού, πόσο έχει αυξηθεί ή μειωθεί το προσδόκιμο ζωής ενός παιδιού που γεννιέται σήμερα στον τόπο μας αλλά και πόσο χαμηλά εν τέλει βρίσκεται η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων έναντι των άλλων λαών εντός και εκτός ευρωζώνης.
Οι μεγάλοι κερδισμένοι και οι μεγάλοι χαμένοι της πανδημίας
Ο κορονοϊός επηρέασε καταλυτικά τον κλάδο εργασιών των επιχειρήσεων του λιανικού εμπορίου όπως προκύπτει από τις μετρήσεις της ΕΛΣΤΑΤ. Άλλες πλούτισαν και άλλες χρεοκόπησαν ή βρίσκονται στα όρια της χρεοκοπίας λόγω της Covid-19. Ειδικότερα, τις μεγαλύτερες ετήσιες αυξήσεις του κύκλου εργασιών το έτος 2020 σε σχέση με το 2019 είχαν οι επιχειρήσεις που προέβησαν σε πωλήσεις μέσω του Διαδικτύου (e-shop) καθώς είδαν μια αύξηση των πωλήσεων τους της τάξης του 18%, όσοι εμπορεύονταν ηλεκτρονικούς υπολογιστές, τρόφιμα ποτά και καπνό καθώς επίσης και φαρμακευτικά είδη.
Στον αντίποδα, τη μεγαλύτερη ετήσια μείωση του κύκλου εργασιών τους είχαν επί της ουσίας τα κοσμηματοπωλεία και όσοι πουλούσαν ρολόγια καθώς η πτώση έφθασε στο -46,8%, οι επιχειρήσεις ένδυσης και υπόδησης σε υπαίθριες αγορές, κάτι που ακούγεται λογικό καθώς για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα δεν λειτουργούσαν και οι καταναλωτές βρίσκονταν σε καραντίνα, οι επιχειρήσεις καλλυντικών και ειδών καλλωπισμού καθώς επίσης και τα καταστήματα ένδυσης που επίσης για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα το 2020 ήταν κλειστά.
Τελικά πεθαίνουν περισσότεροι ή λιγότεροι φέτος;
Άκρως ενδιαφέρον έχουν επίσης τα τελευταία επεξεργασμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που αφορούν τη θνησιμότητα στη χώρα μας από την πρώτη έως και τη 13η εβδομάδα του τρέχοντος έτους, δηλαδή μέχρι και τις αρχές Απριλίου.

Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, οι θάνατοι στην Ελλάδα κατά τις 13 πρώτες εβδομάδες του 2021 (4/1/2021 – 4/4/2021) ανήλθαν σε 34.374 (17.593 άνδρες και 16.781 γυναίκες) ενώ κατά τις αντίστοιχες 13 εβδομάδες του 2020 (30/12/2019 – 29/3/2020) είχαν ανέλθει σε 35.173 (17.507 άνδρες και 17.666 γυναίκες), σημειώνοντας λοιπόν μια μείωση της τάξης του 2,27%.

μέσος όρος των πρώτων 13 εβδομάδων για την εξαετία 2015 – 2020 ήταν 34.296 θάνατοι, αύξηση κατά 78 θανάτους (0,23%). Τα αντίστοιχα ποσοστά, ανά έτος, για την περίοδο 2015 – 2020 ανέρχονται σε 0,27% το 2020 σε σχέση με το 2019 (35.079), 8,76% το 2019 σε σχέση με το 2018 (32.255), -11,63% το 2018 σε σχέση με το 2017 (36.500), 15,84% το 2017 σε σχέση με το 2016 (31.508) και -10,64% το 2016 σε σχέση με το 2015 (35.259).
Βέβαια θα έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς θα κινηθούν οι εν λόγω δείκτες και το προσεχές διάστημα καθώς η πανδημία στην Ελλάδα ενέσκηψε επί της ουσίας από τα τέλη Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου του περσινού έτους, με τους θανάτους να πολλαπλασιάζονται τους επόμενους μήνες και ιδίως από το φθινόπωρο και μετά.
Στη Θεσσαλία οι περισσότεροι θάνατοι
Επίσης, λαμβάνοντας ως κριτήριο την κατά τόπο μόνιμη διαμονή των θανόντων παρατηρείται ότι οι θάνατοι κατά την περίοδο των πρώτων 13 εβδομάδων του έτους 2021 παρουσιάζουν αύξηση σε δύο Περιφέρειες και μείωση σε ένδεκα σε σχέση με τους θανάτους της αντίστοιχης περιόδου του έτους 2020. Η αύξηση, σε απόλυτες τιμές, παρουσιάζεται στις Περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας και Θεσσαλίας κατά 135 και 95 θανάτους αντίστοιχα και η μεγαλύτερη μείωση στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας κατά 184 θανάτους.
